- ξανθωμάτωση
- ηγενική νόσος, συχνά οικογενής και κληρονομική, η οποία χαρακτηρίζεται από διαταραχή τού μεταβολισμού τών λιπιδίων και από πολλαπλές εναποθέσεις λιπιδικών ουσιών.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. xanthomatosis (< ξάνθωμα, -ώματος + κατάλ. -ωση)].
Dictionary of Greek. 2013.